πανασιατικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πανασιατικός η πανασιατική το πανασιατικό
      γενική του πανασιατικού της πανασιατικής του πανασιατικού
    αιτιατική τον πανασιατικό την πανασιατική το πανασιατικό
     κλητική πανασιατικέ πανασιατική πανασιατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πανασιατικοί οι πανασιατικές τα πανασιατικά
      γενική των πανασιατικών των πανασιατικών των πανασιατικών
    αιτιατική τους πανασιατικούς τις πανασιατικές τα πανασιατικά
     κλητική πανασιατικοί πανασιατικές πανασιατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πανασιατικός < παν- + ασιατικός

Επίθετο[επεξεργασία]

πανασιατικός

  • ο σχετικός με ολόκληρη την Ασία, ή απ΄ όλα τα κράτη, έθνη ή εδάφη και περιοχές της Ασίας

Μεταφράσεις[επεξεργασία]