παραπρεσβεία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική παραπρεσβεί αἱ παραπρεσβεῖαι
      γενική τῆς παραπρεσβείᾱς τῶν παραπρεσβειῶν
      δοτική τῇ παραπρεσβεί ταῖς παραπρεσβείαις
    αιτιατική τὴν παραπρεσβείᾱν τὰς παραπρεσβείᾱς
     κλητική ! παραπρεσβεί παραπρεσβεῖαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  παραπρεσβεί
γεν-δοτ τοῖν  παραπρεσβείαιν
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'χώρα' όπως «χώρα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραπρεσβεία < παραπρεσβεύω + -εία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραπρεσβεία θηλυκό

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]