πινακλάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πινακλάκι τα πινακλάκια
      γενική
    αιτιατική το πινακλάκι τα πινακλάκια
     κλητική πινακλάκι πινακλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πινακλάκι < πινάκλ + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pi.naˈkla.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πι‐να‐κλά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πινακλάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε πινάκλ