πρωτόθρονος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πρωτόθρονος η πρωτόθρονος
πρωτόθρονη
το πρωτόθρονο
      γενική του πρωτοθρόνου
πρωτόθρονου
της πρωτοθρόνου
πρωτόθρονης
του πρωτοθρόνου
πρωτόθρονου
    αιτιατική τον πρωτόθρονο την πρωτόθρονο
πρωτόθρονη
το πρωτόθρονο
     κλητική πρωτόθρονε πρωτόθρονε
πρωτόθρονη
πρωτόθρονο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πρωτόθρονοι οι πρωτόθρονοι
πρωτόθρονες
τα πρωτόθρονα
      γενική των πρωτοθρόνων
πρωτόθρονων
των πρωτοθρόνων
πρωτόθρονων
των πρωτοθρόνων
πρωτόθρονων
    αιτιατική τους πρωτοθρόνους
πρωτόθρονους
τις πρωτοθρόνους
πρωτόθρονες
τα πρωτόθρονα
     κλητική πρωτόθρονοι πρωτόθρονοι
πρωτόθρονες
πρωτόθρονα
Οι πρώτοι τύποι, λόγιοι, από την αρχαία κλίση. Οι δεύτεροι τύποι, νεότεροι.
Κατηγορία όπως «άπτερος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πρωτόθρονος < πρωτό- + θρόνος

Επίθετο[επεξεργασία]

πρωτόθρονος, -ος/-η, -ο

  • που κάθεται / κατέχει τον πρώτο θρόνο
    ※  Η πρωτόθρονος επισκοπή της Ηράκλειας Λύγκου υπαγόταν στο Μητροπολίτη Έξαρχο Θεσσαλονίκης, ο οποίος ήταν και βικάριος (εκπρόσωπος) του πάπα. Ο Ηρακλείας Λύγκου, ως πρωτόθρονος επίσκοπος της Άνω Μακεδονίας , εκπροσωπούσε τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης (Βυζαντινά: Επιστημονικόν Όργανον Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών Φιλοσοφικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, τόμος 17, Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών, 1994)
    ※  Για τον εθνικισμό τών Ρώσων ήταν συναρπαστική και άκρως διεγερτική ή ιδέα ότι έχουν επιλεγεί άπό τη Θεία Πρόνοια να συγκροτήσουν καινούργια «όρθόδοξη» αυτοκρατορία, άρα και πατριαρχείο πρωτόθρονο μεταξύ των Ορθόδοξων Εκκλησιών (Χρήστος Γιανναράς, Ενάντια στη θρησκεία, Εκδόσεις Ίκαρος, 2006)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]