σακκαδικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σακκαδικός η σακκαδική το σακκαδικό
      γενική του σακκαδικού της σακκαδικής του σακκαδικού
    αιτιατική τον σακκαδικό τη σακκαδική το σακκαδικό
     κλητική σακκαδικέ σακκαδική σακκαδικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σακκαδικοί οι σακκαδικές τα σακκαδικά
      γενική των σακκαδικών των σακκαδικών των σακκαδικών
    αιτιατική τους σακκαδικούς τις σακκαδικές τα σακκαδικά
     κλητική σακκαδικοί σακκαδικές σακκαδικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σακκαδικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

σακκαδικός

  • ταχείες κινήσεις των ματιών ανάμεσα σε εστιάσεις ονομάζονται σακκαδικές
    Για την άντληση της οπτικής πληροφορίας, ο άνθρωπος εστιάζει το βλέμμα του σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Η περιοχή αυτή ονομάζεται εστίαση. Κατά την εστίαση αυτή, το μάτι συγκεντρώνει όλες τις χρήσιμες πληροφορίες ενώ με γρήγορες κινήσεις, που ονομάζονται σακκαδικές, μεταβαίνει στο επόμενο σημείο εστίασης. Η συνολική ακολουθία που προκύπτει από το πλήθος των εστιάσεων ονομάζεται οπτικό μονοπάτι (στην αγγλική ορολογία scanpath ή gazetrail)[1].

Μεταφράσεις[επεξεργασία]