σινοσοβιετικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σινοσοβιετικός < σινο- + σοβιετικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο[επεξεργασία]
σινοσοβιετικός, -ή, -ό
- που αφορά την Κίνα και τη Σοβιετική Ένωση και τις μεταξύ τους σχέσεις
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σινοσοβιετικός
|