συγκοινωνιολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συγκοινωνιολογία < συγκοινωνί(α) + -ο- + -λογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συγκοινωνιολογία θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συγκοινωνιολογία
|