συγκυρίαρχος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | συγκυρίαρχος | η | συγκυρίαρχος & συγκυρίαρχη |
το | συγκυρίαρχο |
γενική | του | συγκυριάρχου & συγκυρίαρχου |
της | συγκυριάρχου & συγκυρίαρχης |
του | συγκυριάρχου & συγκυρίαρχου |
αιτιατική | τον | συγκυρίαρχο | τη | συγκυρίαρχο & συγκυρίαρχη |
το | συγκυρίαρχο |
κλητική | συγκυρίαρχε | συγκυρίαρχε & συγκυρίαρχη |
συγκυρίαρχο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | συγκυρίαρχοι | οι | συγκυρίαρχοι & συγκυρίαρχες |
τα | συγκυρίαρχα |
γενική | των | συγκυριάρχων & συγκυρίαρχων |
των | συγκυριάρχων & συγκυρίαρχων |
των | συγκυριάρχων & συγκυρίαρχων |
αιτιατική | τους | συγκυριάρχους & συγκυρίαρχους |
τις | συγκυριάρχους & συγκυρίαρχες |
τα | συγκυρίαρχα |
κλητική | συγκυρίαρχοι | συγκυρίαρχοι & συγκυρίαρχες |
συγκυρίαρχα | |||
Οι πρώτοι τύποι, λόγιοι, από την αρχαία κλίση. Οι δεύτεροι τύποι, νεότεροι. | ||||||
Κατηγορία όπως «άπτερος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συγκυρίαρχος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
συγκυρίαρχος, -η, -ο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συγκυρίαρχος
|