συντάραξη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | συντάραξη | οι | συνταράξεις |
γενική | της | συντάραξης* | των | συνταράξεων |
αιτιατική | τη | συντάραξη | τις | συνταράξεις |
κλητική | συντάραξη | συνταράξεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, συνταράξεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συντάραξη < αρχαία ελληνική συντάραξις.
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sinˈda.ɾa.ksi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : συ‐ντά‐ρα‐ξη
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συντάραξη θηλυκό
- ο συγκλονισμός, το τράνταγμα
- ※ Στη σημερινή κοινωνία της ατομικής λύσης, το μήνυμα της ανωνυμίας ως συντάραξης του εγωιστικού βάθρου, είναι επίκαιρο.
- Κακαβάνης, Ηρακλής (10 Νοεμβρίου 2017), Ο ανώνυμος λαός και η ταυτότητα μιας τέχνης, atexnos.gr
- ※ Αυτοκίνητα vs Πεζοπορία; Όχι. Διαλεκτική. Το ένα να συμπληρώνει το άλλο. Ένας ράθυμος (αλλά με τις έξι αισθήσεις σε επιφυλακή) περίπατος στην Κυψέλη μπορεί κάλλιστα και ήδιστα να αμιλλάται σε συντάραξη το αφηνιασμένο σπιντάρισμα μιας Mustang στη Δυτική Ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών.
- Μπαμπασάκης, Γιώργος-Ίκαρος, Τζανετουλάκου, Φαίη (10 Σεπτεμβρίου 2020), Μία Γραμμή από Σχιστόλιθο ως συμβολική ρότα μιας αέναης Flaneurie, culturenow.gr
- Οι ήχοι από τα χάλκινα παραδοσιακά όργανα, επανέρχονται ως ένα κύμα για να προκαλέσουν μία στιγμή συντάραξης και στιγμιαίας αιώρησης πάνω από τις καθημερινές αφηγήσεις οικείων εσωτερικών συναισθημάτων.
- «Η Κοζανίτικη Αποκριά Σήμερα», δωρεά έργου από τον καλλιτέχνη Γιάννη Ζάμκο (18 Μαρτίου 2021), togethermag.gr'-
- ※ Στη σημερινή κοινωνία της ατομικής λύσης, το μήνυμα της ανωνυμίας ως συντάραξης του εγωιστικού βάθρου, είναι επίκαιρο.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συντάραξη
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα συν- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)