τοχαρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τοχαρικός < αρχαία ελληνική Τόχαροι
Επίθετο[επεξεργασία]
τοχαρικός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τοχαρικός
|
τοχαρικός
|