υδροχαρής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υδροχαρής < μεσαιωνική ελληνική υδροχαρής < υδρο- + -χαρής
Επίθετο[επεξεργασία]
υδροχαρής, -ής, -ές
- που χρειάζεται πολύ νερό για να αναπτυχθεί
- Ωστόσο, το πρόβλημα με το συγκεκριμένο κουνούπι δεν είναι η επικίνδυνη νόσος, την οποία στην πραγματικότητα μεταδίδει άλλο κουνούπι, αλλά το γεγονός ότι, ενώ κάποτε ενδημούσε μόνο στα δάση της νοτιοανατολικής Ασίας, εξαπλώθηκε μέσω του εμπορίου παλαιών ελαστικών και υδροχαρών καλλωπιστικών φυτών όπου αποθέτει τα αυγά του σε ολόκληρο το δυτικό ημισφαίριο. (*)