υπεραισθητικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υπεραισθητικός < υπεραισθησία
Επίθετο[επεξεργασία]
υπεραισθητικός, -ή, -ό
- σχετικός με την υπεραισθησία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υπεραισθητικός
|