υποφάρυγγας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υποφάρυγγας < υπο- + φάρυγγας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.poˈfa.ɾiŋ.gas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐πο‐φά‐ρυγ‐γας
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υποφάρυγγας αρσενικό
- (ανατομία) το κάτω τμήμα του φάρυγγα, που βρίσκεται πίσω και κάτω από το επίπεδο του στόματος, πάνω από τον λάρυγγα (εμπρός) και τον οισοφάγο (πίσω)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ρινοφάρυγγας
- στοματοφάρυγγας
- → δείτε και τις λέξεις υπό και φάρυγγας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υποφάρυγγας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'φύλακας' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα υπο- (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ανατομία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)