φιλελές

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φιλελές οι φιλελέδες
      γενική του φιλελέ των φιλελέδων
    αιτιατική τον φιλελέ τους φιλελέδες
     κλητική φιλελέ φιλελέδες
Κατηγορία όπως «καφές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φιλελές (νεολογισμός) < περικοπή του νεοφιλελεύθερος λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φιλελές αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]