φιλολακωνικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φιλολακωνικός < φιλο- + λακωνικός. Δείτε την αρχαία ελληνική φιλολάκων (που συμπαθεί τους Λάκωνες)
Επίθετο[επεξεργασία]
φιλολακωνικός, -ή, ό
- (ιστορία, στην αρχαία ελληνική ιστορία) χαρακτηρισμός πολιτικής ή ενέργειας που ήταν φιλική προς τους Λάκωνες και τα πολιτικά χαρακτηριστικά της Σπάρτης (ιδίως σε αναφορές για την αντιπαράθεση με την Αθήνα και τον Πελοποννησιακό Πόλεμο)
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη Λακωνία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φιλολακωνικός
|
Πηγές[επεξεργασία]
- «φιλολακωνικός» - Αναζήτηση στα Σώματα Κειμένων - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας