φιλολακωνικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φιλολακωνικός η φιλολακωνική το φιλολακωνικό
      γενική του φιλολακωνικού της φιλολακωνικής του φιλολακωνικού
    αιτιατική τον φιλολακωνικό τη φιλολακωνική το φιλολακωνικό
     κλητική φιλολακωνικέ φιλολακωνική φιλολακωνικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φιλολακωνικοί οι φιλολακωνικές τα φιλολακωνικά
      γενική των φιλολακωνικών των φιλολακωνικών των φιλολακωνικών
    αιτιατική τους φιλολακωνικούς τις φιλολακωνικές τα φιλολακωνικά
     κλητική φιλολακωνικοί φιλολακωνικές φιλολακωνικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φιλολακωνικός < φιλο- + λακωνικός. Δείτε την αρχαία ελληνική φιλολάκων (που συμπαθεί τους Λάκωνες)

Επίθετο[επεξεργασία]

φιλολακωνικός, -ή, ό

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη Λακωνία

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]