χαριτόπλαστος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο χαριτόπλαστος η χαριτόπλαστος
χαριτόπλαστη
το χαριτόπλαστο
      γενική του χαριτοπλάστου
χαριτόπλαστου
της χαριτοπλάστου
χαριτόπλαστης
του χαριτοπλάστου
χαριτόπλαστου
    αιτιατική τον χαριτόπλαστο τη χαριτόπλαστο
χαριτόπλαστη
το χαριτόπλαστο
     κλητική χαριτόπλαστε χαριτόπλαστε
χαριτόπλαστη
χαριτόπλαστο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι χαριτόπλαστοι οι χαριτόπλαστοι
χαριτόπλαστες
τα χαριτόπλαστα
      γενική των χαριτοπλάστων
χαριτόπλαστων
των χαριτοπλάστων
χαριτόπλαστων
των χαριτοπλάστων
χαριτόπλαστων
    αιτιατική τους χαριτοπλάστους
χαριτόπλαστους
τις χαριτοπλάστους
χαριτόπλαστες
τα χαριτόπλαστα
     κλητική χαριτόπλαστοι χαριτόπλαστοι
χαριτόπλαστες
χαριτόπλαστα
Οι πρώτοι τύποι, λόγιοι, από την αρχαία κλίση. Οι δεύτεροι τύποι, νεότεροι.
Κατηγορία όπως «άπτερος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χαριτόπλαστος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

χαριτόπλαστος, -η, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]