χότζας
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | χότζας | οι | χοτζάδες |
γενική | του | χότζα | των | χοτζάδων |
αιτιατική | τον | χότζα | τους | χοτζάδες |
κλητική | χότζα | χοτζάδες | ||
Κατηγορία όπως «ρήγας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χότζας < (άμεσο δάνειο) τουρκική hoca < περσική خواجه (khâje, διδάσκαλος)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈxo.d͡zas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χό‐τζας
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χότζας αρσενικό
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- σαν το φούρνο του Xότζα: όταν έχουν προταθεί περίεργες ή αλληλοαναιρούμενες συμβουλές ή γνώμες
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
χότζας στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ρήγας' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ισλαμισμός (νέα ελληνικά)
- Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)