Freude
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Freude (de) θηλυκό (πληθυντικός: die Freuden)
- η χαρά
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
- Kummer αρσενικό
- Melancholie θηλυκό
- Traurigkeit θηλυκό