Preis
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | der Preis | die Preise |
γενική | des Preises | der Preise |
δοτική | dem Preis dem Preise |
den Preisen |
αιτιατική | den Preis | die Preise |
Preis (de) αρσενικό
- τιμή (ενός προϊόντος)