cadus

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: κάδος

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

cadus < αρχαία ελληνική κάδος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

cadus (la) αρσενικό

  1. δοχείο για αποθήκευση υγρών (π.χ. κρασί, λάδι, μέλι)
  2. μέτρο μέτρησης υγρών
  3. τεφροδόχος

Κλίση[επεξεργασία]

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική cadus cadī
γενική cadī cadōrum
δοτική cadō cadīs
αιτιατική cadum cadōs
κλητική cade cadī
αφαιρετική cadō cadīs
(β' κλίση)

Πηγές[επεξεργασία]