junk

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

junk (en) (μη μετρήσιμο)

ενεστώτας junk
γ΄ ενικό ενεστώτα junks
αόριστος junked
παθητική μετοχή junked
ενεργητική μετοχή junking

junk (en)