Αδριανούπολη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αδριανούπολη | οι | Αδριανουπόλεις |
γενική | της | Αδριανούπολης* | των | Αδριανουπόλεων |
αιτιατική | την | Αδριανούπολη | τις | Αδριανουπόλεις |
κλητική | Αδριανούπολη | Αδριανουπόλεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, Αδριανουπόλεως συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αδριανούπολη < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή Ἀδριανούπολις. Συγχρονικά αναλύεται σε Αδριανός, γενική ενικού Αδριανού + -πολη. Από το όνομα του Ρωμαίου αυτοκράτορα.
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.ðɾi.aˈnu.po.li/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐δρι‐α‐νού‐πο‐λη
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αδριανούπολη θηλυκό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Αδριανούπολη
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις - τοπωνύμια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια με επίθημα -πολη (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Τουρκίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Τουρκίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)