Δούσκας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Δούσκας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈðu.skas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δού‐σκας
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Δούσκας αρσενικό (θηλυκό Δούσκα)