συλλογικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ προσθήκη el-κλίσ-'καλός' στα -ικός
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 8: Γραμμή 8:
==={{επίθετο|el}}===
==={{επίθετο|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
# Που αφορά πολλούς ανθρώπους
# πραξη που αφορά πολλούς ανθρώπους
#: '' Η ομάδα κατάφερε να κερδίσει, χάρις τη '''συλλογική''' προσπάθεια των μελών της''
#: '' Η ομάδα κατάφερε να κερδίσει, χάρη στη '''συλλογική''' προσπάθεια των μελών της''


===={{συνώνυμα}}====
===={{συνώνυμα}}====

Αναθεώρηση της 14:14, 27 Νοεμβρίου 2018

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο συλλογικός η συλλογική το συλλογικό
      γενική του συλλογικού της συλλογικής του συλλογικού
    αιτιατική τον συλλογικό τη συλλογική το συλλογικό
     κλητική συλλογικέ συλλογική συλλογικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι συλλογικοί οι συλλογικές τα συλλογικά
      γενική των συλλογικών των συλλογικών των συλλογικών
    αιτιατική τους συλλογικούς τις συλλογικές τα συλλογικά
     κλητική συλλογικοί συλλογικές συλλογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

συλλογικός < σύλλογος + -ικός

Επίθετο

συλλογικός

  1. πραξη που αφορά πολλούς ανθρώπους
    Η ομάδα κατάφερε να κερδίσει, χάρη στη συλλογική προσπάθεια των μελών της

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Μεταφράσεις