αηδονόστομος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
αηδονόστομος, -η, -ο
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη καλλίφωνος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αηδονόστομος
|