ανάφεγγος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ανάφεγγος
- ποιητικός τύπος που φέγγει
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανάφεγγος
|