ανθρωποφοβία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ανθρωποφοβία οι ανθρωποφοβίες
      γενική της ανθρωποφοβίας των ανθρωποφοβιών
    αιτιατική την ανθρωποφοβία τις ανθρωποφοβίες
     κλητική ανθρωποφοβία ανθρωποφοβίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανθρωποφοβία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική anthropophobie < αρχαία ελληνική ἄνθρωπος + φόβος. Μορφολογικά αναλύεται σε ανθρωπο- + -φοβία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ανθρωποφοβία θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]