σιχασιάρικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σιχασιάρικος < σιχασιάρης + -ικος
Επίθετο[επεξεργασία]
σιχασιάρικος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σιχασιάρικος
|
σιχασιάρικος
|