τσουτσούνι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσουτσούνι τα τσουτσούνια
      γενική του τσουτσουνιού των τσουτσουνιών
    αιτιατική το τσουτσούνι τα τσουτσούνια
     κλητική τσουτσούνι τσουτσούνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τσουτσούνι < τσουνί < αλβανική tşuni < çun αγόρι, γιος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *seu̯H- (γεννώ)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τσουτσούνι ουδέτερο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Παράγωγα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]