Αηδονόπουλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αηδονόπουλος | οι | Αηδονόπουλοι & Αηδονοπουλαίοι1 |
γενική | του | Αηδονόπουλου & Αηδονοπούλου |
των | Αηδονόπουλων2 & Αηδονοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Αηδονόπουλο | τους | Αηδονόπουλους3 & Αηδονοπουλαίους |
κλητική | Αηδονόπουλε | Αηδονόπουλοι & Αηδονοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Αηδονοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Αηδονοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αηδονόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.i.ðoˈno.pu.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐η‐δο‐νό‐που‐λος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αηδονόπουλος αρσενικό (θηλυκό Αηδονοπούλου)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Παπαδόπουλος' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας επωνύμων (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -όπουλος (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)