Ανθούσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ανθούσα | οι | Ανθούσες |
γενική | της | Ανθούσας | των | Ανθουσών |
αιτιατική | την | Ανθούσα | τις | Ανθούσες |
κλητική | Ανθούσα | Ανθούσες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /anˈθu.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αν‐θού‐σα
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ανθούσα θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- ονομασία οικισμών της Ελλάδας
- προσωνυμία της Κωνσταντινούπολης, η οποία αποδόθηκε από τον Στέφανο τον Βυζάντιο λόγω της άνθισης των τεχνών και των γραμμάτων στην πόλη
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Ανθούσα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Προσωνυμίες (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)