Δευτερέβος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Δευτερέβος οι Δευτερέβοι
      γενική του Δευτερέβου των Δευτερέβων
    αιτιατική τον Δευτερέβο τους Δευτερέβους
     κλητική Δευτερέβο Δευτερέβοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δευτερέβος < δευτερεύων (εκκλησιαστικό αξίωμα)[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðe.fteˈɾe.vos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δευ‐τε‐ρέ‐βος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δευτερέβος αρσενικό (θηλυκό Δευτερέβου)

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος (2002), Κυθηραϊκά επώνυμα. Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών.