dépendance: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Lou (συζήτηση | συνεισφορές) μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 10: | Γραμμή 10: | ||
# [[εθισμός]], [[εξάρτηση]] |
# [[εθισμός]], [[εξάρτηση]] |
||
#: '''''dépendance''' physique et psychique à la morphine'' : ''φυσιολογική και ψυχολογική εξάρτηση από τη μορφίνη'' |
#: '''''dépendance''' physique et psychique à la morphine'' : ''φυσιολογική και ψυχολογική εξάρτηση από τη μορφίνη'' |
||
# [[εξάρτηση]] από κάποιον |
# [[εξάρτηση]] από κάποιον, [[υποταγή]] σε κάποιον |
||
#: ''être dans/sous la '''dépendance''' de quelqu'un'' : ''εξαρτώμαι/είμαι εξαρτημένος από κάποιον'' |
#: ''être dans/sous la '''dépendance''' de quelqu'un'' : ''εξαρτώμαι/είμαι εξαρτημένος από κάποιον'' |
||
# (''για κτίρια'') {{θπλ}} βοηθητικοί, προσκείμενοι χώροι |
# (''για κτίρια'') {{θπλ}} βοηθητικοί, προσκείμενοι χώροι |
Αναθεώρηση της 19:55, 26 Φεβρουαρίου 2007
Πρότυπο:-ουσ- ' θηλυκό
- σύνδεση, εξάρτηση
- il semble y avoir une dépendance entre ces deux éléments φαίνεται ότι υπάρχει κάποια σύνδεση/εξάρτηση ανάμεσα σε αυτά τα δύο στοιχεία
- εθισμός, εξάρτηση
- dépendance physique et psychique à la morphine : φυσιολογική και ψυχολογική εξάρτηση από τη μορφίνη
- εξάρτηση από κάποιον, υποταγή σε κάποιον
- être dans/sous la dépendance de quelqu'un : εξαρτώμαι/είμαι εξαρτημένος από κάποιον
- (για κτίρια) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό βοηθητικοί, προσκείμενοι χώροι
- les dépendances' de l'hôtel οι βοηθητικοί χώροι του ξενοδοχείου
Πρότυπο:-συγγ- σύνδεση, εξάρτηση
εθισμός, εξάρτηση
εξάρτηση από κάποιον
βοηθητικοί προσκείμενοι χώροι