βορικό: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{el-κλίσ-'βουνό'}} |
{{el-κλίσ-'βουνό'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ουσεπ ο| |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ουσεπ ο|βορικός}} < {{ετυμ fr}} [[borique]] < [[bore]] + [[-ique]] < [[borax]] < {{ετυμ μσν la}} [[baurach]] < {{ετυμ ar}} [[بورق]] (bawraq) |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
Αναθεώρηση της 08:20, 22 Ιουνίου 2018
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | βορικό | τα | βορικά |
γενική | του | βορικού | των | βορικών |
αιτιατική | το | βορικό | τα | βορικά |
κλητική | βορικό | βορικά | ||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- βορικό < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου βορικός < γαλλική borique < bore + -ique < borax < Πρότυπο:ετυμ μσν la baurach < Πρότυπο:ετυμ ar بورق (bawraq)
Ουσιαστικό
βορικό ουδέτερο
- Πρότυπο:χημ το βορικό οξύ
Μεταφράσεις
βορικό
|