εβένινος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διαγραφή των interwikis |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|ἐβένινος}} |
|||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'όμορφος'}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ grc-koi|EL}} [[ἐβένινος]] < [[ἔβενος]] ({{α}}) < {{ετυμ grc-koi|EL}} [[ἔβενος]] ({{θ}}) < {{ετυμ egy}} <hiero>U13:n-Z4:M3</hiero> (hbnj) |
||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
Γραμμή 9: | Γραμμή 10: | ||
==={{επίθετο|el}}=== |
==={{επίθετο|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}} -η -ο''' |
'''{{PAGENAME}} -η -ο''' |
||
# καμωμένος από [[έβενος|έβενο]] |
# [[καμωμένος]] από [[έβενος|έβενο]] |
||
# που έχει το χρώμα του [[έβενος|εβένου]] |
# {{χρώμ}} που έχει το [[χρώμα]] του [[έβενος|εβένου]] |
||
#:{{χρωμ|εβένινο|162632}} |
|||
===={{συγγενικά}}==== |
|||
*{{βλ|έβενος}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 08:37, 6 Φεβρουαρίου 2019
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | εβένινος | η | εβένινη | το | εβένινο |
γενική | του | εβένινου | της | εβένινης | του | εβένινου |
αιτιατική | τον | εβένινο | την | εβένινη | το | εβένινο |
κλητική | εβένινε | εβένινη | εβένινο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | εβένινοι | οι | εβένινες | τα | εβένινα |
γενική | των | εβένινων | των | εβένινων | των | εβένινων |
αιτιατική | τους | εβένινους | τις | εβένινες | τα | εβένινα |
κλητική | εβένινοι | εβένινες | εβένινα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- εβένινος < Πρότυπο:ετυμ grc-koi ἐβένινος < ἔβενος (αρσενικό) < Πρότυπο:ετυμ grc-koi ἔβενος (θηλυκό) < Πρότυπο:ετυμ egy
(hbnj)
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
εβένινος -η -ο
- καμωμένος από έβενο
- Πρότυπο:χρώμ που έχει το χρώμα του εβένου
εβένινο (χρώμα):
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη έβενος