Θεολόγος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: θεολόγος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Θεολόγος οι Θεολόγοι
      γενική του Θεολόγου των Θεολόγων
    αιτιατική τον Θεολόγο τους Θεολόγους
     κλητική Θεολόγε Θεολόγοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Θεολόγος < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /θe.oˈlo.ɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Θε‐ο‐λό‐γος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Θεολόγος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. ονομασία οικισμών της Ελλάδας

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]