Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κατηγορία:Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'ἄορ' (αρχαία ελληνικά)

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ ἄορ τὰ ἄορ
      γενική τοῦ ἄορος τῶν ἀόρων
      δοτική τῷ ἄορ τοῖς ἄορσῐ(ν)
    αιτιατική τὸ ἄορ τὰ ἄορ
     κλητική ! ἄορ ἄορ
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἄορε
γεν-δοτ τοῖν  ἀόροιν
3η κλίση, Κατηγορία 'ἄορ' όπως «ἄορ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

3η κλίση - τριτόκλιτα υγρόληκτα βαρύτονα ουσιαστικά σε -ορ, γενική -ορος
ή σε -αρ, γενική -αρος

τὸ ἄορ ή ἆορ, τοῦ ἄορος, τά ἄορα
τὸ ἔαρ, τοῦ ἔαρος


Περισσότερα στο Παράρτημα

για τους συντάκτες: {{grc-κλίση-'άορ'}}

Σελίδες στην κατηγορία "Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'ἄορ' (αρχαία ελληνικά)"

Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 4 σελίδες, από 4 συνολικά.