Κοκκόρης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κοκκόρης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /koˈko.ɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κοκ‐κό‐ρης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κοκκόρης αρσενικό (θηλυκό Κοκκόρη)