Περγαλιάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Περγαλιάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /peɾ.ɣaˈʎas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Περ‐γα‐λιάς
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Περγαλιάς αρσενικό (θηλυκό Περγαλιά)