Συρνιώτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /siɾˈɲo.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Συρ‐νιώ‐της

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Συρνιώτης οι Συρνιώτες
      γενική του Συρνιώτη των Συρνιωτών
    αιτιατική τον Συρνιώτη τους Συρνιώτες
     κλητική Συρνιώτη Συρνιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Συρνιώτης < Σύρν(α) + -ιώτης

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Συρνιώτης αρσενικό (θηλυκό Συρνιώτισσα)

  • πατριδωνυμικό αυτός που είναι κάτοικος οικισμού με το όνομα Σύρνα, ή κατάγεται από εκεί

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Συρνιώτης οι Συρνιώτηδες
      γενική του Συρνιώτη* των Συρνιώτηδων
    αιτιατική τον Συρνιώτη τους Συρνιώτηδες
     κλητική Συρνιώτη Συρνιώτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Συρνιώτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Συρνιώτης < πατριδωνυμικό Συρνιώτης

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Συρνιώτης αρσενικό (θηλυκό Συρνιώτη ή Συρνιώτου)

Μεταγραφές

[επεξεργασία]