Τοσίτσας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τοσίτσας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /toˈsi.t͡sas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Το‐σί‐τσας
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τοσίτσας αρσενικό (θηλυκό Τοσίτσα)