Τριγγέτας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τριγγέτας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /tɾiŋˈɟe.tas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τριγ‐γέ‐τας
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τριγγέτας αρσενικό (θηλυκό Τριγγέτα)