Τόλιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τόλιος οι Τόλιοι
      γενική του Τόλιου των Τόλιων
    αιτιατική τον Τόλιο τους Τόλιους
     κλητική Τόλιο Τόλιοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Τόλιος < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈto.ʎos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τό‐λιος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Τόλιος αρσενικό (θηλυκό Τόλιου)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]