ασπραγκαθιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ασπραγκαθιά οι ασπραγκαθιές
      γενική της ασπραγκαθιάς των ασπραγκαθιών
    αιτιατική την ασπραγκαθιά τις ασπραγκαθιές
     κλητική ασπραγκαθιά ασπραγκαθιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ασπραγκαθιά < ασπρ- + αγκάθ(ι) + -ιά

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.spɾaŋ.ɡaˈθça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐σπρά‐γκα‐θιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ασπραγκαθιά θηλυκό (και ουδέτερο: ασπράγκαθο)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .