ατραγούδιστος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ατραγούδιστος < α- + τραγουδιστός
Επίθετο[επεξεργασία]
ατραγούδιστος, -η, -ο
- που δεν έχει τραγουδιστεί
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- ατραγούδιστα
- → δείτε τις λέξεις τραγουδώ, τράγος και άδω