γρηγοριανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γρηγοριανός < λόγιο ενδογενές δάνειο: μεσαιωνική λατινική gregorianus < Gregorius (Γρηγόριος) + -anus (-ανός)
Επίθετο
[επεξεργασία]γρηγοριανός, -ή, -ό
- που αναφέρεται σε άτομο με το όνομα Γρηγόριος
- (ειδικότερα) που αναφέρεται στο ημερολόγιο που θέσπισε ο πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα μεσαιωνικά λατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά λατινικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ανός (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)