δεσιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Δεσιά

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δεσιά οι δεσιές
      γενική της δεσιάς των δεσιών
    αιτιατική τη δεσιά τις δεσιές
     κλητική δεσιά δεσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δεσιά < δένω (δεσ-) + -ιά[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðeˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δε‐σιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

δεσιά θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]