διαχρονία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διαχρονία οι διαχρονίες
      γενική της διαχρονίας των διαχρονιών
    αιτιατική τη διαχρονία τις διαχρονίες
     κλητική διαχρονία διαχρονίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διαχρονία < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

διαχρονία θηλυκό

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη χρόνος

Μεταφράσεις[επεξεργασία]