εγχειρηματικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]εγχειρηματικός
- ο σχετικός με εγχείρημα
- ο εγχειρηματικός ορισμός είναι ο πρακτικός οδηγός που την συνδέει με την παρατήρηση και περιγράφει με σχετικά απλό τρόπο, πότε ..
- ακόμα κι αν ο τίτλος είναι αρκετά διασαφηνιστικός, δεν μπορούμε να αποφύγουμε τον εγχειρηματικό ορισμό της κατηγορίας ειδικότερα αν έχουμε συνεργάτες παρατηρητές[1]
- Ο εργαλειακός-εγχειρηματικός χαρακτήρας της νομικο-λογικής εξουσίας, επιβάλλει στη διοίκηση τον προγραμματισμό, τη σαφή διατύπωση των επιδιωκόμενων.. (Γνωρίσματα και αδυναμίες της Δημόσιας Γραφειοκρατίας και του Δημόσιου Management, D. Papadopoulos [2])
- Σπήλαιο Αλεπότρυπα. Η εγχειρηματική αλυσίδα του οψιανού και οι τύποι των εργαλείων Κourtessi-Philippakis G., 2011. στο Γ. Παπαθανασόπουλος, Το Νεολιθικό Διρό. Αθήνα, Εκδ. Μέλισσα, 81-93. (chaîne opératoire)
- Η προσέγγισή μας δίδει ιδιαίτερο βάρος στη μελέτη των εγχειρηματικών αλυσίδων κατασκευής εργαλείων.. Η Κατώτερη και Μέση Παλαιολιθική Εποχή στη Μαδρίτη, Ισπανία: Πρόσφατες ανακαλύψεις [3], Baena-Preysler Javier, 4 Απριλίου 2016
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εγχειρηματικός