επιχρωματισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο επιχρωματισμός οι επιχρωματισμοί
      γενική του επιχρωματισμού των επιχρωματισμών
    αιτιατική τον επιχρωματισμό τους επιχρωματισμούς
     κλητική επιχρωματισμέ επιχρωματισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επιχρωματισμός < επιχρωματίζω + -μός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.pi.ɾxo.ma.tiˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ε‐πι‐χρω‐μα‐τι‐σμός
παρώνυμο: επιχωματισμός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

επιχρωματισμός αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]